ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ή ΑΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ;

2025-12-22

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ή ΑΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ;

Κωνσταντίνος Τριανταφυλλίδης, Ομότιμος Καθηγητής Γενετικής και Γενετικής του Ανθρώπου στο Α.Π.Θ.

Περίληψη. Η εικόνα της ιστορικής/γενετικής συνέχειας των Ελλήνων είναι ξεκάθαρη, όπως ξεκάθαρο επίσης είναι το γεγονός ότι διά μέσου των αιώνων οι Έλληνες εξελίχθηκαν δεχόμενοι γενετικές επιδράσεις από άλλους πληθυσμούς, αλλά ποτέ δεν έσβησε η γενετική κληρονομιά των πληθυσμών του Αιγαίου, από την εποχή των πρώιμων πολιτισμών της Εποχής του Χαλκού, δηλ. τον Κυκλαδικό, τον Μινωικό και τον Μυκηναϊκό πολιτισμό.

Κείμενο. Η ιχνηλάτηση της πορείας ενός λαού στον ιστορικό χρόνο, μέσα από τα διάφορα ίχνη που αφήνει στο διάβα του, αποτελεί ένα γνωστικό αντικείμενο, το οποίο εκτός της επιστημονικής αναζήτησης, ικανοποιεί και τη φυσιολογική ανθρώπινη ανάγκη να γνωρίζουμε από πού προερχόμαστε. Για εμάς τους Έλληνες, η ιδέα της διαχρονικής συνέχειας ή ασυνέχειας από την αρχαία στη σύγχρονη Ελλάδα θεωρούνται συνήθως πολύ σημαντικές. Διατυπώθηκαν δύο κυρίως θεωρίες όσον αφορά την καταγωγή των Ελλήνων: Η θεωρία της διαχρονικής συνέχειας των Ελλήνων και η θεωρία της ασυνέχειας των Ελλήνων.

Κύριος εκφραστής της ασυνέχειας των Ελλήνων ήταν ο δημοσιογράφος και ιστορικός Ιάκωβος Φαλμεράυερ (1830). Τα γενετικά στοιχεία απορρίπτουν ως εσφαλμένη την αμφιλεγόμενη θεωρία του περί της καταγωγής των Ελλήνων [4].

Βέβαια, η ιδέα της φυσικής συνέχειας από την αρχαία στη σύγχρονη Ελλάδα μπορεί να θεωρηθεί με βάση γεωγραφικά, ιστορικά ή τέλος, πολιτισμικά στοιχεία, με επίκεντρο την Ελληνική γλώσσα. Πρόσφατα, όμως, στη συζήτηση αυτή προστέθηκε και μια άλλη συνέχεια των αρχαίων και σύγχρονων Ελλήνων με βάση μελέτες του αρχαίου DNA (aDNA), το οποίο βρίσκουμε στους σημερινούς ανθρώπους. Αλλά μπορεί το aDNA να μας αποκαλύψει αν υπάρχει γενετική συνέχεια των Ελλήνων; Το θέμα αυτό, μαζί με πολλά άλλα, πραγματεύεται το πρόσφατο βιβλίο (2025) του Δρ Κώστα Καμπουράκη [1]. Σε αυτό περιγράφονται τα ερωτήματα που αποσκοπεί να ελέγξει, ανάμεσα στα οποία η ευστάθεια των ισχυρισμών περί «Ελληνικού DNA», που συνήθως αναφέρεται στον προφορικό λόγο ή σε ορισμένα ΜΜΕ. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η ιδέα ότι υπάρχει κάτι που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «Ελληνικό DNA» είναι επιστημονικά αβάσιμη.

Παρόμοια άποψη εξέφρασα σε βιβλίο μου, που εκδόθηκε το 2020 [4]. Γράφω στον επίλογο σελ. 443-444:

«Με κανένα τρόπο όμως δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι τα γενετικά στοιχεία αποδεικνύουν τη διακριτική γενετική αυθεντικότητα ή "καθαρότητα" της γενετικής σύστασης των Ελλήνων. Κανένας ανθρώπινος πληθυσμός πάνω στη τη γη δεν μπορεί να θεωρηθεί απόλυτα "καθαρός". Πόσο μάλλον που ο ίδιος ο αρχικός πληθυσμός του Ελλαδικού χώρου ήταν μείγμα πληθυσμιακών ομάδων με αρχική προέλευση την Αφρική. Επιπρόσθετα, πρέπει να τονιστεί ότι με τη χρήση γενετικών δεικτών δεν μπορεί να προσδιοριστεί ότι ένα άτομο έχει Ελληνική καταγωγή».

Στο βιβλίο του ο Δρ Κώστας Καμπουράκης αποσαφηνίζει πλήρως τι σημαίνουν οι όροι καταγωγή, ανθρώπινη φυλή, εθνότητα και υπηκοότητα ως απάντηση στην αυξημένη εμπορευματοποίηση των εξετάσεων DNA απευθείας στον καταναλωτή που έχει συνοδεύσει τις βελτιώσεις στην αλληλούχιση του DNA τις τελευταίες δεκαετίες. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι:

«Διαφορετικές εταιρείες που παρέχουν γενετικές αναλύσεις απευθείας στον καταναλωτή παρέχουν για το ίδιο πρόσωπο, διαφορετικά αποτελέσματα, τα οποία εξαρτώνται από τις ομάδες αναφοράς και τους αλγορίθμους που η καθεμία χρησιμοποιεί».

Το ότι αυτού του τύπου αναλύσεις δεν δίνουν αξιόπιστα αποτελέσματα και ότι οι γενετικές ενδείξεις είναι απλώς ένα στατιστικό συμπέρασμα για το DNA ενός ατόμου και δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική εθνοτική καταγωγή του, αλλά την πιθανή γεωγραφική προέλευση προγόνων του παρουσίασα στο πρόσφατο βιβλίο μου [5].

Στο τρίτο κεφάλαιο o συγγραφέας τονίζει:

«Οι λεγόμενες ανθρώπινες φυλές είναι κοινωνικές και ιστορικές κατασκευές που στηρίζονται στην ψευδαίσθηση της γενετικής «καθαρότητας. Στην πραγματικότητα, όλοι οι άνθρωποι είναι βιολογικά συγγενείς, καθώς αποτελούν παραλλαγές ενός ενιαίου είδους του Homo sapiens». Ορθώς, όπως περιγράφω στο βιβλίο μου (3, σελίδες 344-348), και αναλυτικά στο πρόσφατο βιβλίο μου [5, 183-184], τονίζοντας ότι:

«Η χρήση του όρου ανθρώπινη «φυλή», ως οριοθετημένου βιολογικού τύπου, θα πρέπει να αποφεύγεται ή να χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη περίσκεψη, δεδομένου ότι ο όρος παραμένει ένα αμφιλεγόμενο θέμα, τόσο κοινωνικά, όσο και επιστημονικά».

Στο έκτο κεφάλαιο ο συγγραφέας περιγράφει ότι:

«Ολοι οι σύγχρονοι άνθρωποι (Homo sapiens) προέρχονται από πληθυσμούς που εμφανίστηκαν στην Αφρική πριν από περίπου 200.000 χρόνια και ξεκίνησαν να εξαπλώνονται στον υπόλοιπο κόσμο πριν από περίπου 60–70.000 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι, σε βαθύτερο εξελικτικό επίπεδο, όλοι οι άνθρωποι είμαστε συγγενείς. Οι σημερινές μας διαφορές στο χρώμα του δέματος ή σε άλλα χαρακτηριστικά είναι προϊόντα της προσαρμογής σε διαφορετικά περιβάλλονται και συνθήκες».

Το θέμα αυτό αναλύεται διεξοδικά στο βιβλίο μου [4], αν και πλέον υπάρχουν ενδείξεις ότι ο άνθρωπος εμφανίστηκε στην Αφρική πριν τουλάχιστον 300.000 χρόνια και ίσως μετακινήθηκε εκτός αυτής νωρίτερα από τα 70.000 χρόνια.

Στο ένατο κεφάλαιο ο συγγραφέας εξετάζει τι συμπεράσματα μπορούν να βγουν από τις σχετικές μελέτες αρχαίου DNA για την καταγωγή των Ελλήνων.

Αρχικά ο κύριος Καμπουράκης σημειώνει ότι: «H ιδέα να μελετηθεί η γενετική ιστορία της Ελλάδας προτάθηκε για πρώτη φορά το 1993 από τον Εξελικτικό Γενετιστή Κώστα Κριμπά.

Είκοσι χρόνια αργότερα, το 2013, ο Γενετιστής Κώστας Τριανταφυλλίδης έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο: Η γενετική ιστορία της Ελλάδας [3]: Το DNA των Ελλήνων, στο οποίο συνέλεξε όλα τα μέχρι εκείνη τη στιγμή διαθέσιμα στοιχεία. Το κύριο συμπέρασμά του ήταν ότι «όλες οι μελέτες γενετικής πληθυσμών επιβεβαιώνουν, τουλάχιστον εμμέσως, τη γενετική συνέχεια των Ελλήνων. Οι σύγχρονοι ΄Έλληνες είναι απόγονοι πληθυσμιακών ομάδων που έζησαν στον ίδιο χώρο της Ν.Α. Ευρώπης από την Παλαιολιθική εποχή και έχουν διατηρήσει μέχρι σήμερα την Ελληνική γλώσσα, τουλάχιστον από την εποχή του Μυκηναϊκού πολιτισμού.

Κριτικές στο βιβλίο έγραψαν ο Κριμπάς και διάφοροι άλλοι. ΄Ένα από τα σημεία κριτικής ήταν ότι ο Τριανταφυλλίδης κατέληξε στα συμπεράσματά του βασιζόμενος σε μελέτες που δεν ήταν όλες εξίσου αξιόπιστες, καθώς και σε γενετικούς δείκτες διαφορετικών τύπων [2]».

Ο Δρ Καμπουράκης δεν παρουσιάζει την άποψη μου, με την οποία καταρρίπτω τους αβάσιμους ισχυρισμούς του Κώστα Κριμπά, όπου μεταξύ των άλλων έγραψα:

«΄Οσον αφορά την άποψη ότι «ο συγγραφέας τόσο κόπο κατέβαλε για να συναθροίσει και να μας παρουσιάσει μια πλουσιότατη βιβλιογραφία που περιλαμβάνει όμως εργασίες άνισης ποιότητας. Αν κατανοώ ορθά αυτήν την άποψή του θα πρέπει ο συγγραφέας να μην συγκεντρώνει όλο το εύρος της σχετικής βιβλιογραφίας σε ένα θέμα, αλλά μόνο εργασίες που είναι δημοσιευμένες σε επιστημονικά περιοδικά με ίδιο συντελεστή απήχησης, π.χ. του 3 ή του 10. Απλώς διερωτώμαι γιατί ο κύριος Κριμπάς στο άρθρο του χρησιμοποίησε διαφορετικής ποιότητας εργασίες, π.χ. PNAS και Human Biology επιστημονικά περιοδικά με συντελεστές απήχησης 10 και 1,5, αντίστοιχα ή χρησιμοποίησε ακόμη και δημοσιεύματα από περιοδικά που ούτε καν αξιολογούνται για συντελεστή απήχησης».

Επιπρόσθετα, από πότε η ολιστική προσέγγιση ενός θέματος αποτελεί μειονέκτημα για τη διατύπωση αξιόπιστων συμπερασμάτων και όχι η μεροληπτική παρουσίαση των σχετικών βιβλιογραφικών αναφορών.

O Δρ Καμπουράκης συνεχίζει:

«Το 2018 ο Τριανταφυλλίδης εξέδωσε μια νέα έκδοση του βιβλίου του [10] στα αγγλικά, στην οποία προσπάθησε να αναλύσει εκ νέου τη γενετική καταγωγή των Ελλήνων. Στο τέλος του βιβλίου του έγραψε: Από τις αναλύσεις DNA των Ελλήνων και άλλων Ευρασιατικών πληθυσμών μπορεί να συναχθεί ότι οι υπογραφές των Ελλήνων αντανακλούν τη διασπορά των αρχαίων Ελλήνων στην Ευρασία κατά τη διάρκεια της προϊστορικής περιόδου και υποστηρίζουν τη συνέχεια γης παρουσίας των Ελλήνων στη Ν.Α. γωνιά της Ευρώπης».

Η πρόοδος της γενετικής ήταν ραγδαία την τελευταία 20ετία. Με βάση τα νέα δεδομένα που προέκυψαν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα από την έκδοση των δύο προηγούμενων βιβλίων μου, η επιστήμη της γενετικής προσέθεσε πολλά εντυπωσιακά στοιχεία στο ψηφιδωτό της εξέλιξης του ανθρώπου και της γενετικής σύστασης και καταγωγής των κατοίκων της Ελλάδας, τα οποία περιέγραψα στο βιβλίο μου που εκδόθηκε το 2020 και δεν μνημονεύεται από τον Δρ Καμπουράκη [4].

Γράφω στον επίλογο του βιβλίου μου (Σελ. 443-445):

«Τα αποτελέσματα δηλαδή της ανάλυσης της γενετικής σύστασης Ευρασιατικών λαών αποδεικνύουν ότι η γενετική (DNA) υπογραφή των Ελλήνων παρουσιάζει αντοχή στον χρόνο και αντικατοπτρίζει την εξάπλωση των αρχαίων Ελλήνων. Θα μπορούσε μάλλον να υποστηριχθεί ότι οι γενετικές έρευνες τεκμηριώνουν, έστω και έμμεσα, τη γενετική συνέχεια των Ελλήνων στον χώρο και στον χρόνο. Οι σύγχρονοι Έλληνες είναι απόγονοι πληθυσμιακών ομάδων που έζησαν σε αυτή τη γωνιά της Ν.Α. Ευρώπης ήδη από τη Μέση Παλαιολιθική εποχή και έχουν διατηρήσει την Ελληνική γλώσσα τουλάχιστον από την εποχή των Μυκηναίων μέχρι σήμερα.

Σε πρόσφατη μελέτη ανάλυσης όλου του γονιδιώματος από αρχαία λείψανα, στα οποία συμπεριλαμβάνονταν Μινωίτες από την Κρήτη και Μυκηναίοι από την Ηπειρωτική Ελλάδα, προσέφερε περαιτέρω υποστήριξη στην παραπάνω άποψη. Σύμφωνα με την Αρχαιογενετική μελέτη ο σημερινός Ελληνικός πληθυσμός έχει βαθιές βιολογικές ρίζες στους κατοίκους της Νεολιθικής και της Εποχής του Χαλκού που ζούσαν στην περιοχή. Επιπρόσθετα οι σύγχρονοι Έλληνες μοιάζουν με τους Μυκηναίους, αλλά με κάποια επιπλέον αραίωση της πρώιμης Νεολιθικής καταγωγής. Τα γενετικά δεδομένα υποστηρίζουν δηλαδή την ιδέα της συνέχειας, αλλά όχι της απομόνωσης, στην ιστορία των πληθυσμών του Αιγαίου, πριν και μετά την εποχή των πρώτων γεωργοκτηνοτρόφων έως σήμερα».

Συνεχίζει ο Δρ Καμπουράκης:

«Αν υπάρχει διαχρονική γενετική συνέχεια των Ελλήνων, αυτή θα πρέπει να φανερώνεται από τη μελέτη του αρχαίου DNA (aDNA). Aς εξετάσουμε λοιπόν δύο πρόσφατες μελέτες που αναλύουν DNA ατόμων από πολιτισμούς της Εποχής του Χαλκού στην Ελλάδα, γνωστής και ως Εποχής του Χαλκού στο Αιγαίο, και ερευνούν τη γενετική συγγένεια αυτών των ατόμων με τους σύγχρονους ΄Ελληνες».

Στην πρώτη εργασία οι συγγραφείς συμπεραίνουν [8].

«Η προέλευση των Μινωικών και Μυκηναϊκών πολιτισμών της Εποχής του Χαλκού προκαλεί προβληματισμό στους αρχαιολόγους για περισσότερο από έναν αιώνα. Από την ανάλυση των δεδομένων ολόκληρου του γονιδιώματος των αρχαίων ατόμων, δείχνουμε ότι οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι ήταν γενετικώς παρόμοιοι, έχοντας τουλάχιστον τα τρία τέταρτα (75%) της καταγωγής τους από τους πρώτους Νεολιθικούς αγρότες της Δυτικής Ανατολίας και του Αιγαίου, ενώ σε ότι αφορά το μεγαλύτερο μέρος του υπολοίπου προέρχεται από αρχαίους πληθυσμούς που σχετίζονται με εκείνους του Καυκάσου και του Ιράν. Ωστόσο, οι Μυκηναίοι διέφεραν από τους Μινωίτες στο ότι προέρχονταν κατά ένα ποσοστό περίπου 4-16% από μια πηγή που σχετίζεται με τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες της Ανατολικής Ευρώπης και της Σιβηρίας, η οποία εισήχθη μέσω μιας κοντινής πηγής που σχετίζεται με τους κατοίκους είτε της Ευρασιατικής στέπας, είτε της Αρμενίας».

Η περίληψη του άρθρου καταλήγει ως εξής:

«Οι σύγχρονοι Έλληνες oμοιάζουν με τους Μυκηναίους, αλλά με κάποια πρόσθετη αραίωση από την πρώιμη Νεολιθική καταγωγή τους. Τα αποτελέσματά μας υποστηρίζουν την ιδέα της γενετικής συνέχειας, αλλά όχι και της απομόνωσης, στην ιστορία των πληθυσμών του Αιγαίου, πριν από και μετά την εποχή των πρώτων πολιτισμών της περιοχής».

Στη δεύτερη εργασία [6] οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι:

«Τα γονιδιώματα κατοίκων με Κυκλαδικό, Μινωικό και τον Μυκηναϊκό πολιτισμό της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού -αν και οι πολιτισμικά διαφορετικοί πληθυσμοί- ήταν γενετικά παρόμοιοι σε όλο το Αιγαίο και τη Δυτική Ανατολία. Η γονιδιακή ομοιογένεια ενδεχομένως σημαίνει ότι οι πληθυσμοί του Αιγαίου διέσχιζαν τη θάλασσα για να αλληλοεπιδράσουν όχι μόνο στο πολιτισμικό επίπεδο, αλλά και στο γενετικό. Σε αντιδιαστολή, ο Αιγιακός πληθυσμός της Μέσης Εποχής του Χαλκού διαφέρει, ίσως λόγω της πρόσθετης εισροής γονιδίων στο Αιγαίο γονιδίων τα οποία σχετίζονται με τη στέπα Πόντου-Κασπίας. Τέλος, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι σύγχρονοι ΄Ελληνες (δείγματα από τη Θεσσαλονίκη και την Κρήτη) έχουν σε όλες τις αναλύσεις κοινό το 90% της καταγωγής τους με κατοίκους του Βόρειου Αιγαίου της Μέσης Εποχής του Χαλκού, γεγονός που υποδηλώνει την παρουσία συνέχειας ανάμεσα στις δύο χρονικές περιόδους».

Ο Δρ Καμπουράκης ασκεί κριτική στα συμπεράσματα των δύο προηγούμενων μελετών σε ολόκληρο υποκεφάλαιο με τίτλο: «Μήπως η προέλευση των σύγχρονων Ελλήνων ανάγεται στον χώρο του μύθου»;

Όπου απαριθμεί μειονεκτήματα των ερευνών.

Α) «Αν τα μεγέθη των δειγμάτων που χρησιμοποιήθηκαν ήταν επαρκή για να εξασφαλιστεί η αντιπροσωπευτικότητα»; Πράγματι σε κάθε εργασία τα διαθέσιμα αρχαία δείγματα είναι μικρά. Αυτά όμως συγκρίθηκαν με δεκάδες αρχαία δείγματα και εκατοντάδων σημερινών ανθρώπων. Από την άλλη, τα συνολικά αρχαία δείγματα που αναλύθηκαν στις εργασίες αρχαίου DNA από την Ελλάδα είναι πάνω από 50. Επιπρόσθετα οι δύο μελέτες Αρχαιογενετικής αξιολογήθηκαν από ανεξάρτητους κριτές, οι οποίοι θεωρήσαν -για αυτό το είδος των μελετών- ότι είναι αρκετά τα δείγματα και ότι αξίζουν να δημοσιευτούν στα πιο έγκυρα επιστημονικά περιοδικά.

Β) Δεν πρόκειται να σχολιάσω την ακόλουθη δήλωσή του:

«Δεύτερον, πώς μπορούμε να γνωρίζουμε ότι οι ερευνητές -Σημείωση: Ερευνητές διεθνούς κύρους, όπως o Καθηγητής Γενετικής David Emil Reichs (Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, ΗΠΑ), ο Καθηγητής Αρχαιογενετικής Johannes Krause (Τμήμα Αρχαιογενετικής Ινστιτούτο Max Planck για την Εξελικτική Ανθρωπολογία στη Λειψία Γερμανίας) και η Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Εξελικτικής Γενετικής Anna-Sapfo Malaspinas (Τμήμα Υπολογιστικής Βιολογίας, Πανεπιστήμιο Λωζάνης Ελβετίας- δεν έδρασαν, έστω και υποσυνείδητα, μεροληπτικά κατά την εξαγωγή των συμπερασμάτων τους».

Γ) «΄Ενας άλλος σημαντικός προβληματισμός αφορά αυτή καθαυτή την έννοια των Μινωιτών και των Μυκηναίων ως «ομοιογενών ομάδων, που εμφανίζουν «συνάφεια» μεταξύ τους και «συνάφεια» με τους σύγχρονους ΄Ελληνες». Ο ίδιος αναιρεί αυτό το επιχείρημα, μια και παρακάτω γράφει ότι ο Λαζαρίδης και οι συν. πολύ εύστοχα έγραψαν στο παράτημα (σημείωση 61 σελίδων) του άρθρου τους:

«Οι όροι Μινωίτες και Μυκηναίοι περιγράφουν τους πολιτισμούς της Κρήτης, κατά το διάστημα από την Πρώιμη ως την ΄Υστερη Εποχή του Χαλκού, και της Hπειρωτικής Ελλάδας κατά την 'Υστερη Εποχή του Χαλκού, αντιστοίχως».

Σήμερα γνωρίζουμε ότι οι αναλύσεις αρχαίου DNA μπορούν να υποστηρίξουν τη συνέχεια των ανθρώπινων πληθυσμών, δείχνοντας γενετικούς δεσμούς μεταξύ αρχαίων και σύγχρονων πληθυσμιακών ομάδων ή αποδεικνύοντας ότι οι σύγχρονοι πληθυσμοί έχουν σημαντική γενετική κληρονομιά από τους παρελθόντες. Συγκρίνοντας το σύγχρονο DNA με αρχαία δείγματα, οι ερευνητές μπορούν να επιβεβαιώσουν ή να αμφισβητήσουν υποθέσεις αντικατάστασης πληθυσμών και να συνδέσουν τις τρέχουσες κοινότητες με τους προγόνους τους, ακόμη και σε διάστημα χιλιάδων ετών.

Το συμπέρασμα αυτό, υποστηρίζεται και από πρόσφατη εργασία, που δημοσιεύτηκε στις 13 Μάϊου του 2025 στο επιστημονικό περιοδικό Nature [9].

«Η ανάλυση αρχαίου DNA του Βόρειου Ιρανικού Οροπεδίου, που εκτείνεται από την Εποχή του Χαλκού έως την Αυτοκρατορία των Σασσανιδών, δείχνει 3.000 χρόνια γενετικής συνέχειας παρά τις εξωτερικές αλληλεπιδράσεις. Μια μελέτη 50 δειγμάτων βρήκε μια βασική γενετική κληρονομιά που συνδέει τους αρχαίους με τους σύγχρονους πληθυσμούς, με τα ιστορικά δείγματα να δείχνουν ισχυρούς δεσμούς με τοπικές ομάδες της Εποχής του Χαλκού και μια γενετική γραμμή Ανατολής-Δύσης».

«Γιατί έχει σημασία αυτή η εργασία:

"Αυτή η μελέτη δεν συνεισφέρει απλώς ένα ακόμη αρχαίο γονιδίωμα στο παγκόσμιο σύνολο δεδομένων. Αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύουμε τον πολιτιστικό μετασχηματισμό στην αρχαιολογία. Η υπόθεση ότι οι σημαντικές αλλαγές στον υλικό πολιτισμό, την αστικοποίηση ή την αυτοκρατορία αντιστοιχούν σε νέους πληθυσμούς είναι συχνά έμμεση στις αρχαιολογικές αφηγήσεις. Αλλά εδώ, τα στοιχεία δείχνουν προς μια διαφορετική κατεύθυνση. Οι άνθρωποι μπορεί να υιοθετήσουν νέες γλώσσες, πρακτικές και τεχνολογίες, παραμένοντας παράλληλα, γενετικά, απόγονοι μακροχρόνιων τοπικών ανθρώπινων πληθυσμών (https://www.anthropology.net/p/the-plateau-persists)».

Επίλογος: ΄Υστερα από τα παραπάνω μπορούμε να θεωρήσουμε ότι τα γενετικά αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι: Οι Έλληνες παρουσιάζουν γενετική συνέχεια με τους αρχαίους πληθυσμούς του Αιγαίου (Κυκλαδίτες, Μινωίτες, Μυκηναίους) της Εποχής του Χαλκού, καθώς το γενετικό τους αποτύπωμα έχει τις ρίζες του σε εκείνη την εποχή [6, 7, 8].

Βιβλιογραφία

Καμπουράκη Κ. (2025). ΕΘΝΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ DNA (καταρρίπτοντας τον μύθο των γενετικών ταυτοτήτων). Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης.

Κριμπάς Κ. (2009). Δαρβινισμός και η ιστορία του έως τις μέρες μας. Εκδώσεις Ωκεανίδα, σελ. 734.

Τριανταφυλλίδης Κ. (2014). Η ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - Το DNA των Ελλήνων. Εκδοτικός Οίκος Κυριακίδη.

Τριανταφυλλίδης Κ. (2020). Η ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ - Το DNA των Ελλήνων. Εκδοτικός Οίκος Κυριακίδη.

Τριανταφυλλίδης Κ. (2024). Η ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ. ΤΟ DNA συναντά την τεχνητή νοημοσύνη. Απαντήσεις σε 111 ερωτήματα που αφορούν τη ζωή μας. Ακαδημαϊκές εκδόσεις.

Clemente Florian, . …Oscar Lao, Anna-Sapfo Malaspinas, Christina Papageorgopoulou (2021). The genomic history of the Aegean palatial civilizations. Cell: 184: 2565–2586.e21.

Hughey Jeffery R., Peristera Paschou, …& George Stamatoyannopoulos. (2013). A European population in Minoan Bronze Age Crete. Nature Communications 4, Article number: 1861.

Lazaridis Iosif, ….Jeffery R. Hughey, …George Stamatoyannopoulos. Nature 548: 214-218.

Motahareh Ala Amjadi, et al. (13/5/2025). Ancient DNA indicates 3,000 years of genetic continuity in the Northern Iranian Plateau, from the Copper Age to the Sassanid Empire. Scientific Reports volume 15, Article number: 16530.

Triantaphylllidis C. (2018). The genetic origins of the Greeks. Kyriakidis edition, p. 293.

LINK: https://www.facebook.com/groups/807619712595568/posts/25904971419100384/